Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίγειος
περιγειότης
περιγελάω
περιγενητικός
περιγηθής
περιγηράσκω
περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγληνάομαι
περίγλισχρος
περίγλυκυς
περιγλυπτέον
περιγλυφή
περίγλυφον
περιγλύφω
περίγλυψις
περίγλωσσος
περιγλωττίς
περιγνάμπτω
περιγογγύζω
περιγομφάομαι
View word page
περίγλυκυς
very sweet

ShortDef

very sweet

Debugging

Headword:
περίγλυκυς
Headword (normalized):
περίγλυκυς
Headword (normalized/stripped):
περιγλυκυς
IDX:
68314
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68315
Key:

Data

{'content': 'very sweet'}