Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναψοφέω
ἀναψυκτήρ
ἀνάψυξις
ἀναψυχή
ἀναψύχω
ἀνδαβάτης
ἁνδάνω
ἀνδέρω
ἄνδημα
ἀνδηρευτής
ἄνδηρον
ἀνδίκτης
ἄνδιχα
ἀνδοκεία
ἀνδοκιάρχης
Ἀνδοκίδης
ἀνδραγαθέω
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγαθία
ἀνδραγαθίζομαι
ἀνδραγαθικός
View word page
ἄνδηρον
a raised border, flower-bed
ShortDef
a raised border, flower-bed
Debugging
Headword:
ἄνδηρον
Headword (normalized):
ἄνδηρον
Headword (normalized/stripped):
ανδηρον
IDX:
6828
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6829
Key:
Data
{'content': 'a raised border, flower-bed'}