Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περίβλεψις
περίβλημα
περίβλησις
περιβλητικός
περίβληχρος
περιβλύζω
περιβοάω
περιβοησία
περιβόητος
περιβοθρόομαι
Περίβοια
περιβολάδιον
περιβόλαιον
περιβολή
περιβολιβόω
περίβολος
περιβομβέω
περιβόρειος
περιβόσκομαι
περίβουνος
περιβραχιόνιον
View word page
Περίβοια
Periboea
ShortDef
Periboea
Debugging
Headword:
Περίβοια
Headword (normalized):
περίβοια
Headword (normalized/stripped):
περιβοια
IDX:
68276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68277
Key:
Data
{'content': 'Periboea'}