Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίβαρυς
περίβασις
περιβεβλημένως
περιβιάζομαι
περιβιβάζω
περιβιβρώσκω
περιβιόω
περιβλαστάνω
περιβλεπτικός
περίβλεπτος
περιβλεπτότης
περιβλέπω
περίβλεψις
περίβλημα
περίβλησις
περιβλητικός
περίβληχρος
περιβλύζω
περιβοάω
περιβοησία
περιβόητος
View word page
περιβλεπτότης
celebrity

ShortDef

celebrity

Debugging

Headword:
περιβλεπτότης
Headword (normalized):
περιβλεπτότης
Headword (normalized/stripped):
περιβλεπτοτης
IDX:
68264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68265
Key:

Data

{'content': 'celebrity'}