Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιαυγής
περίαυγος
περιαυθαδίζομαι
περιαύλισμα
περίαυλον
περιαυτίζομαι
περιαυτολογέω
περιαυτολογία
περιαυτολογικός
περιαυχένιος
περιαχυρίζω
περιβάδην
περιβαίνω
περιβάλλω
περιβαρίδες
περίβαρυς
περίβασις
περιβεβλημένως
περιβιάζομαι
περιβιβάζω
περιβιβρώσκω
View word page
περιαχυρίζω
free from husks

ShortDef

free from husks

Debugging

Headword:
περιαχυρίζω
Headword (normalized):
περιαχυρίζω
Headword (normalized/stripped):
περιαχυριζω
IDX:
68249
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68250
Key:

Data

{'content': 'free from husks'}