Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιανίστημι
περιανοίγω
περιαντλέω
περιαντλητέον
περιαπλόω
περιαποστέλλω
περιαπτέον
περίαπτον
περίαπτος
περιάπτω
περιαράσσω
περιάργυρος
περιαργυρόω
περιαρμόζω
περιάροσις
περιαρόω
περιαρτάω
περιασθμαίνω
περίᾳσις
περιασπάζομαι
περιαστράπτω
View word page
περιαράσσω
break all in pieces

ShortDef

break all in pieces

Debugging

Headword:
περιαράσσω
Headword (normalized):
περιαράσσω
Headword (normalized/stripped):
περιαρασσω
IDX:
68221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68222
Key:

Data

{'content': 'break all in pieces'}