Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίαμμα
περιάμπαξ
περιαμπέχω
περιαμύνω
περιαμύσσω
περιαμφιέννυμι
περιαμφίς
περιάμφοδος
περιαναγκάζω
Περίανδρος
περιανθέω
περιανθής
περιανίστημι
περιανοίγω
περιαντλέω
περιαντλητέον
περιαπλόω
περιαποστέλλω
περιαπτέον
περίαπτον
περίαπτος
View word page
περιανθέω
bloom

ShortDef

bloom

Debugging

Headword:
περιανθέω
Headword (normalized):
περιανθέω
Headword (normalized/stripped):
περιανθεω
IDX:
68209
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68210
Key:

Data

{'content': 'bloom'}