Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιάλλομαι
περίαλλος
περίαλλος2
περιαλουργός
περιαμάομαι
περιαμαρτίζω
περιαμαρτισμός
περίαμμα
περιάμπαξ
περιαμπέχω
περιαμύνω
περιαμύσσω
περιαμφιέννυμι
περιαμφίς
περιάμφοδος
περιαναγκάζω
Περίανδρος
περιανθέω
περιανθής
περιανίστημι
περιανοίγω
View word page
περιαμύνω
to defend

ShortDef

to defend

Debugging

Headword:
περιαμύνω
Headword (normalized):
περιαμύνω
Headword (normalized/stripped):
περιαμυνω
IDX:
68202
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68203
Key:

Data

{'content': 'to defend'}