Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιαλγής
περιάλειμμα
περιαλειπτέον
περιαλείφω
περιαλή
περιαληθής
περιαλιφή
περιαλλόκαυλος
περιάλλομαι
περίαλλος
περίαλλος2
περιαλουργός
περιαμάομαι
περιαμαρτίζω
περιαμαρτισμός
περίαμμα
περιάμπαξ
περιαμπέχω
περιαμύνω
περιαμύσσω
περιαμφιέννυμι
View word page
περίαλλος2
[lexical cite]

ShortDef

before all others
[lexical cite]

Debugging

Headword:
περίαλλος2
Headword (normalized):
περίαλλος
Headword (normalized/stripped):
περιαλλος2
IDX:
68194
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68195
Key:

Data

{'content': '[lexical cite]'}