Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιαιρετός
περιαιρέω
περιαίρω
περιαιωρέομαι
περιακολουθέω
περιακοντίζω
περιακτέον
περιακτέος
περίακτος
περιαλγέω
περιάλγημα
περιαλγής
περιάλειμμα
περιαλειπτέον
περιαλείφω
περιαλή
περιαληθής
περιαλιφή
περιαλλόκαυλος
περιάλλομαι
περίαλλος
View word page
περιάλγημα
severe pain
ShortDef
severe pain
Debugging
Headword:
περιάλγημα
Headword (normalized):
περιάλγημα
Headword (normalized/stripped):
περιαλγημα
IDX:
68183
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68184
Key:
Data
{'content': 'severe pain'}