Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιαθροίζομαι
περιαίρεμα
περιαίρεσις
περιαιρετέος
περιαιρετός
περιαιρέω
περιαίρω
περιαιωρέομαι
περιακολουθέω
περιακοντίζω
περιακτέον
περιακτέος
περίακτος
περιαλγέω
περιάλγημα
περιαλγής
περιάλειμμα
περιαλειπτέον
περιαλείφω
περιαλή
περιαληθής
View word page
περιακτέον
one must turn round

ShortDef

one must turn round

Debugging

Headword:
περιακτέον
Headword (normalized):
περιακτέον
Headword (normalized/stripped):
περιακτεον
IDX:
68179
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68180
Key:

Data

{'content': 'one must turn round'}