Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιαγνίζω
περιαγνίστρια
περιάγνυμι
περιαγόραιος
περιάγχω
περιάγω
περιαγωγεύς
περιαγωγή
περιαγωγός
περιᾴδω
περιαθρέω
περιάθρησις
περιαθροίζομαι
περιαίρεμα
περιαίρεσις
περιαιρετέος
περιαιρετός
περιαιρέω
περιαίρω
περιαιωρέομαι
περιακολουθέω
View word page
περιαθρέω
inspect all round, consider narrowly

ShortDef

inspect all round, consider narrowly

Debugging

Headword:
περιαθρέω
Headword (normalized):
περιαθρέω
Headword (normalized/stripped):
περιαθρεω
IDX:
68167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68168
Key:

Data

{'content': 'inspect all round, consider narrowly'}