Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πέξις
πεξόν
πεοίδης
πέος
πεπαιδευμένως
πεπαίνω
πέπανος
πέπανσις
πεπαντικός
πεπαρεῖν
Πεπάρηθος
πεπασμός
πέπειρα
πέπειρος
πεπεισμένως
πεπερασμενάκις
πεπερᾶτος
πέπερι
πεπερίζω
πεπερόγαρον
πεπερόζωμος
View word page
Πεπάρηθος
Peparethus (today, Scopelos)

ShortDef

Peparethus (today, Scopelos)

Debugging

Headword:
Πεπάρηθος
Headword (normalized):
πεπάρηθος
Headword (normalized/stripped):
πεπαρηθος
IDX:
68051
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68052
Key:

Data

{'content': 'Peparethus (today, Scopelos)'}