Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντηκοστολόγος
πεντηκοστόπρωτος
πεντηκοστός
πεντηκοστύς
πεντηκοστώνης
πεντήρης
πεντηρικός
πέντοζος
πεντόργυιος
πεντορκία
πεντώβολος
πεντώνυμος
πεντώνυχος
πεντώροφος
πεντώρυγος
πέξις
πεξόν
πεοίδης
πέος
πεπαιδευμένως
πεπαίνω
View word page
πεντώβολος
of or worth five obols

ShortDef

of or worth five obols

Debugging

Headword:
πεντώβολος
Headword (normalized):
πεντώβολος
Headword (normalized/stripped):
πεντωβολος
IDX:
68036
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68037
Key:

Data

{'content': 'of or worth five obols'}