Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντηκοντοκέφαλος
πεντηκοντομέσοδμος
πεντηκοντόργυιος
πεντηκόντορος
πεντηκοντούτης
πεντηκοντοφύλαξ
πεντηκόσιοι
πεντηκοσταῖος
πεντηκόσταρχος
πεντηκοστεύομαι
πεντηκοστή
πεντηκοστόεκτος
πεντηκοστολογέω
πεντηκοστολόγιον
πεντηκοστολόγος
πεντηκοστόπρωτος
πεντηκοστός
πεντηκοστύς
πεντηκοστώνης
πεντήρης
πεντηρικός
View word page
πεντηκοστή
fiftieth: two-percent tax; Pentecost
ShortDef
fiftieth: two-percent tax; Pentecost
Debugging
Headword:
πεντηκοστή
Headword (normalized):
πεντηκοστή
Headword (normalized/stripped):
πεντηκοστη
IDX:
68022
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68023
Key:
Data
{'content': 'fiftieth: two-percent tax; Pentecost'}