Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντηκονταταλαντία
πεντηκοντατέσσαρες
πεντηκοντατρεῖς
πεντηκοντάχοος
πεντηκόντερος
πεντηκοντήρ
πεντηκοντόγυος
πεντηκοντοκέφαλος
πεντηκοντομέσοδμος
πεντηκοντόργυιος
πεντηκόντορος
πεντηκοντούτης
πεντηκοντοφύλαξ
πεντηκόσιοι
πεντηκοσταῖος
πεντηκόσταρχος
πεντηκοστεύομαι
πεντηκοστή
πεντηκοστόεκτος
πεντηκοστολογέω
πεντηκοστολόγιον
View word page
πεντηκόντορος
a ship of burden with fifty oars

ShortDef

a ship of burden with fifty oars

Debugging

Headword:
πεντηκόντορος
Headword (normalized):
πεντηκόντορος
Headword (normalized/stripped):
πεντηκοντορος
IDX:
68015
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68016
Key:

Data

{'content': 'a ship of burden with fifty oars'}