Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντηκοντάκολλος
πεντηκοντάλιτρος
πεντηκονταμηναῖος
πεντηκονταμναῖος
πεντηκοντάπαις
πεντηκοντάπηχυς
πεντηκοντάπλεθρος
πεντηκονταρχέω
πεντηκονταρχία
πεντηκόνταρχος
πεντηκοντάς
πεντηκονταστάτηρον
πεντηκονταταλαντία
πεντηκοντατέσσαρες
πεντηκοντατρεῖς
πεντηκοντάχοος
πεντηκόντερος
πεντηκοντήρ
πεντηκοντόγυος
πεντηκοντοκέφαλος
πεντηκοντομέσοδμος
View word page
πεντηκοντάς
body of fifty
ShortDef
body of fifty
Debugging
Headword:
πεντηκοντάς
Headword (normalized):
πεντηκοντάς
Headword (normalized/stripped):
πεντηκοντας
IDX:
68003
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68004
Key:
Data
{'content': 'body of fifty'}