Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντήκοντα
πεντηκοντάδραχμος
πεντηκονταέξ
πεντηκονταετηρίς
πεντηκονταετής
πεντηκονταετία
πεντηκοντακαιτριέτης
πεντηκοντακάρηνος
πεντηκοντακέφαλος
πεντηκοντάκολλος
πεντηκοντάλιτρος
πεντηκονταμηναῖος
πεντηκονταμναῖος
πεντηκοντάπαις
πεντηκοντάπηχυς
πεντηκοντάπλεθρος
πεντηκονταρχέω
πεντηκονταρχία
πεντηκόνταρχος
πεντηκοντάς
πεντηκονταστάτηρον
View word page
πεντηκοντάλιτρος
of fifty
ShortDef
of fifty
Debugging
Headword:
πεντηκοντάλιτρος
Headword (normalized):
πεντηκοντάλιτρος
Headword (normalized/stripped):
πεντηκονταλιτρος
IDX:
67994
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67995
Key:
Data
{'content': 'of fifty'}