Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντεκαιτριακοντάμετρος
πεντεκαιτριακοντούτης
πεντέκοσμος
πεντέκτενος
πεντέλιθα
πεντελιθίζω
Πεντελικός
πεντέλοιπος
πεντεμυριομέδιμνος
πεντέμυχος
πεντενιαύσιος
πεντέπους
πεντεσύριγγος
πεντετάλαντος
πεντετηρικός
πεντετηρίς
πεντέτης
πεντετριάζομαι
πεντέχαλκον
πεντέχους
πεντέχρονον
View word page
πεντενιαύσιος
lasting five years

ShortDef

lasting five years

Debugging

Headword:
πεντενιαύσιος
Headword (normalized):
πεντενιαύσιος
Headword (normalized/stripped):
πεντενιαυσιος
IDX:
67972
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67973
Key:

Data

{'content': 'lasting five years'}