Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντεκαιεικοστός
πεντεκαιπεντηκονταετής
πεντεκαιτεσσαρακονθήμερος
πεντεκαιτεσσαράκοντα
πεντεκαιτετταρακοντάλινος
πεντεκαιτριακοντάμετρος
πεντεκαιτριακοντούτης
πεντέκοσμος
πεντέκτενος
πεντέλιθα
πεντελιθίζω
Πεντελικός
πεντέλοιπος
πεντεμυριομέδιμνος
πεντέμυχος
πεντενιαύσιος
πεντέπους
πεντεσύριγγος
πεντετάλαντος
πεντετηρικός
πεντετηρίς
View word page
πεντελιθίζω
play
ShortDef
play
Debugging
Headword:
πεντελιθίζω
Headword (normalized):
πεντελιθίζω
Headword (normalized/stripped):
πεντελιθιζω
IDX:
67967
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67968
Key:
Data
{'content': 'play'}