Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντεκαιδεχήμερος
πεντεκαιεικοσάσημος
πεντεκαιείκοσι
πεντεκαιεικοσιέτης
πεντεκαιεικοστός
πεντεκαιπεντηκονταετής
πεντεκαιτεσσαρακονθήμερος
πεντεκαιτεσσαράκοντα
πεντεκαιτετταρακοντάλινος
πεντεκαιτριακοντάμετρος
πεντεκαιτριακοντούτης
πεντέκοσμος
πεντέκτενος
πεντέλιθα
πεντελιθίζω
Πεντελικός
πεντέλοιπος
πεντεμυριομέδιμνος
πεντέμυχος
πεντενιαύσιος
πεντέπους
View word page
πεντεκαιτριακοντούτης
thirty-five years old

ShortDef

thirty-five years old

Debugging

Headword:
πεντεκαιτριακοντούτης
Headword (normalized):
πεντεκαιτριακοντούτης
Headword (normalized/stripped):
πεντεκαιτριακοντουτης
IDX:
67963
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67964
Key:

Data

{'content': 'thirty-five years old'}