Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντάφυλλον
πεντάφυλλος
πένταχα
πενταχίλιοι
πενταχοίνικος
πεντάχοος
πεντάχορδος
πενταχοῦ
πεντάχρονος
πενταχῶς
πέντε
πεντέβαθμος
πεντεβάλανος
πεντέγραμμος
πεντεδάκτυλος
πεντεδραχμία
πεντέδραχμος
πεντεκαίδεκα
πεντεκαιδεκάγωνον
πεντεκαιδεκαετηρίς
πεντεκαιδεκαετής
View word page
πέντε
five
ShortDef
five
Debugging
Headword:
πέντε
Headword (normalized):
πέντε
Headword (normalized/stripped):
πεντε
IDX:
67930
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67931
Key:
Data
{'content': 'five'}