Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεντάτευχος
πενταφάρμακος
πενταφυής
πενταφύλακος
πενταφυλία
πεντάφυλλον
πεντάφυλλος
πένταχα
πενταχίλιοι
πενταχοίνικος
πεντάχοος
πεντάχορδος
πενταχοῦ
πεντάχρονος
πενταχῶς
πέντε
πεντέβαθμος
πεντεβάλανος
πεντέγραμμος
πεντεδάκτυλος
πεντεδραχμία
View word page
πεντάχοος
holding five choes (χόες)
ShortDef
holding five choes (χόες)
Debugging
Headword:
πεντάχοος
Headword (normalized):
πεντάχοος
Headword (normalized/stripped):
πενταχοος
IDX:
67925
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67926
Key:
Data
{'content': 'holding five choes (χόες)'}