Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντάρουρος
πεντάρραβδος
πεντάρραγος
πενταρταβία
πενταρταβιαῖος
πενταρχία
πεντάς
πεντάσκαλμος
πεντασπίθαμος
πενταστάδιος
πενταστάτηρος
πεντάστιχος
πεντάστοιχος
πεντάστομος
πεντασυλλαβία
πεντασυλλάβως
πεντάσχημος
πεντάσχοινος
πεντάτευχος
πενταφάρμακος
πενταφυής
View word page
πενταστάτηρος
five

ShortDef

five

Debugging

Headword:
πενταστάτηρος
Headword (normalized):
πενταστάτηρος
Headword (normalized/stripped):
πενταστατηρος
IDX:
67907
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67908
Key:

Data

{'content': 'five'}