Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πενταπλάσιος
πενταπλασιότης
πενταπλασίων
πεντάπλεθρος
πεντάπλευρον
πεντάπλοκος
πενταπλόος
πεντάπολις
πεντάπορος
πενταπρωτεία
πεντάπτωτος
πεντάπυλος
πεντάρουρος
πεντάρραβδος
πεντάρραγος
πενταρταβία
πενταρταβιαῖος
πενταρχία
πεντάς
πεντάσκαλμος
πεντασπίθαμος
View word page
πεντάπτωτος
with five cases

ShortDef

with five cases

Debugging

Headword:
πεντάπτωτος
Headword (normalized):
πεντάπτωτος
Headword (normalized/stripped):
πενταπτωτος
IDX:
67895
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67896
Key:

Data

{'content': 'with five cases'}