Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πενταναΐα
πεντανούμμιον
πενταξεστιαῖον
πενταξός
πεντάοζος
πενταούγκιον
πενταπάλαιστος
πεντάπεδος
πενταπήχης
πεντάπηχυς
πενταπλασιάζομαι
πενταπλασιεπίπεμπτος
πενταπλασιεπιτέταρτος
πενταπλασιεπίτριτος
πενταπλασιεφήμισυς
πενταπλάσιος
πενταπλασιότης
πενταπλασίων
πεντάπλεθρος
πεντάπλευρον
πεντάπλοκος
View word page
πενταπλασιάζομαι
to be multiplied by five

ShortDef

to be multiplied by five

Debugging

Headword:
πενταπλασιάζομαι
Headword (normalized):
πενταπλασιάζομαι
Headword (normalized/stripped):
πενταπλασιαζομαι
IDX:
67880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67881
Key:

Data

{'content': 'to be multiplied by five'}