Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεντακόλουρος
πεντακοσιάρχης
πεντακοσιαρχία
πεντακοσιόδραχμος
πεντακόσιοι
πεντακοσιομέδιμνος
πεντακοσιοστός
πεντακοσιοστύς
πεντακυμία
πεντάκωπος
πεντάλεκτρος
πεντάλιτρος
πενταμαριτεύω
πενταμερής
πεντάμεροι
πεντάμετρος
πεντάμηνος
πεντάμνους
πενταμοδιαῖος
πενταμοιρία
πενταμοιριαῖος
View word page
πεντάλεκτρος
five times married

ShortDef

five times married

Debugging

Headword:
πεντάλεκτρος
Headword (normalized):
πεντάλεκτρος
Headword (normalized/stripped):
πενταλεκτρος
IDX:
67857
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67858
Key:

Data

{'content': 'five times married'}