Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πένθος
πενία
πενίη
πενιχρός
πένομαι
πενόομαι
πεντάβραχυς
πεντάγαμβρος
πεντάγραμμον
πενταγωνικός
πενταγωνισμός
πεντάγωνος
πενταδακτυλιαῖος
πενταδάκτυλος
πεντάδιον
πεντάδλαδος
πενταδραχμία
πεντάδραχμος
πεντάδωρος
πεντάεθλον
πεντάειδος
View word page
πενταγωνισμός
pentagonwise
ShortDef
pentagonwise
Debugging
Headword:
πενταγωνισμός
Headword (normalized):
πενταγωνισμός
Headword (normalized/stripped):
πενταγωνισμος
IDX:
67816
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67817
Key:
Data
{'content': 'pentagonwise'}