Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πενθικός
πένθιμος
πενθοποιέω
πένθος
πενία
πενίη
πενιχρός
πένομαι
πενόομαι
πεντάβραχυς
πεντάγαμβρος
πεντάγραμμον
πενταγωνικός
πενταγωνισμός
πεντάγωνος
πενταδακτυλιαῖος
πενταδάκτυλος
πεντάδιον
πεντάδλαδος
πενταδραχμία
πεντάδραχμος
View word page
πεντάγαμβρος
with five sons-in-law

ShortDef

with five sons-in-law

Debugging

Headword:
πεντάγαμβρος
Headword (normalized):
πεντάγαμβρος
Headword (normalized/stripped):
πενταγαμβρος
IDX:
67813
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67814
Key:

Data

{'content': 'with five sons-in-law'}