Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναχαράσσω
Ἀνάχαρσις
ἀναχάσκω
ἀναχαυνόω
ἀναχειρίζομαι
ἀναχελύσσομαι
ἀναχέω
ἀναχλαινόω
ἀναχλιαίνω
ἀναχλίζω
ἀναχνοιαίνομαι
ἀναχοή
ἀναχορεύω
ἀναχράομαι
ἀναχρέμπτομαι
ἀνάχρεμψις
ἀναχρίω
ἀναχρονίζομαι
ἀναχρονισμός
ἀναχρυσόω
ἀναχρώννυμι
View word page
ἀναχνοιαίνομαι
to get the first down

ShortDef

to get the first down

Debugging

Headword:
ἀναχνοιαίνομαι
Headword (normalized):
ἀναχνοιαίνομαι
Headword (normalized/stripped):
αναχνοιαινομαι
IDX:
6779
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6780
Key:

Data

{'content': 'to get the first down'}