Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναχάραγή
ἀναχαράσσω
Ἀνάχαρσις
ἀναχάσκω
ἀναχαυνόω
ἀναχειρίζομαι
ἀναχελύσσομαι
ἀναχέω
ἀναχλαινόω
ἀναχλιαίνω
ἀναχλίζω
ἀναχνοιαίνομαι
ἀναχοή
ἀναχορεύω
ἀναχράομαι
ἀναχρέμπτομαι
ἀνάχρεμψις
ἀναχρίω
ἀναχρονίζομαι
ἀναχρονισμός
ἀναχρυσόω
View word page
ἀναχλίζω
warm up
ShortDef
warm up
Debugging
Headword:
ἀναχλίζω
Headword (normalized):
ἀναχλίζω
Headword (normalized/stripped):
αναχλιζω
IDX:
6778
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6779
Key:
Data
{'content': 'warm up'}