Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πενθεινός
πενθερά
πενθεριδεύς
πενθέριος
πενθερός
πενθεροφθόρος
πενθέτηρος
Πενθεύς
πενθέω
πένθημα
πενθημερία
πενθήμερος
πενθημιαρτάβη
πενθημίγυον
πενθημιμερής
πενθημιπόδιος
πενθημισπίθαμος
πενθημιταλαντιαῖος
πενθήμων
πενθήρης
πενθηρός
View word page
πενθημερία
five days' labour

ShortDef

five days' labour

Debugging

Headword:
πενθημερία
Headword (normalized):
πενθημερία
Headword (normalized/stripped):
πενθημερια
IDX:
67788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67789
Key:

Data

{'content': "five days' labour"}