Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πεμπτάκις
πεμπτάμερος
πεμπτέος
πεμπτημόριον
πεμπτός
πέμπτος
πέμπω
πεμπώβολον
πεμφηρίς
πεμφιγώδης
πέμφιξ
Πεμφρηδώ
πεμφρηδών
πέμψις
πενεστεία
πενέστης
πενεστικός
πενέω
πένης
πενητεύω
πενητοκόμος
View word page
πέμφιξ
breath, blast
ShortDef
breath, blast
Debugging
Headword:
πέμφιξ
Headword (normalized):
πέμφιξ
Headword (normalized/stripped):
πεμφιξ
IDX:
67765
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67766
Key:
Data
{'content': 'breath, blast'}