Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πελτάζω
πελταστής
πελταστικός
πέλτη
πέλτης
πέλτον
πελτοφόρος
πέλυξ
πέλω
πέλωρ
Πελωριάς
πελώριος
πελωρίς
πέλωρον
πέλωρος
πελωχικόν
πέμμα
πεμμάτιον
πεμματολόγος
πεμματουργός
πεμπάδαρχος
View word page
Πελωριάς
Pelorias
ShortDef
Pelorias
Debugging
Headword:
Πελωριάς
Headword (normalized):
πελωριάς
Headword (normalized/stripped):
πελωριας
IDX:
67735
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67736
Key:
Data
{'content': 'Pelorias'}