Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πελοποννησιακός
Πελοποννήσιος
Πελοπόννησος
Πέλοψ
πελτάζω
πελταστής
πελταστικός
πέλτη
πέλτης
πέλτον
πελτοφόρος
πέλυξ
πέλω
πέλωρ
Πελωριάς
πελώριος
πελωρίς
πέλωρον
πέλωρος
πελωχικόν
πέμμα
View word page
πελτοφόρος
bearing a target

ShortDef

bearing a target

Debugging

Headword:
πελτοφόρος
Headword (normalized):
πελτοφόρος
Headword (normalized/stripped):
πελτοφορος
IDX:
67731
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67732
Key:

Data

{'content': 'bearing a target'}