Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πέλλα
Πέλλα
πελλαντήρ
πελλᾶς
Πελληνεύς
Πελλήνη
πελλίς
πελλοράφος
πελλός
πέλλυτρα
πέλμα
πελματίζω
πελματόομαι
Πελοπηιάδας
Πελοπηΐς
Πελοπίδης
Πελοποννασιστί
Πελοποννησιακός
Πελοποννήσιος
Πελοπόννησος
Πέλοψ
View word page
πέλμα
sole of the foot
ShortDef
sole of the foot
Debugging
Headword:
πέλμα
Headword (normalized):
πέλμα
Headword (normalized/stripped):
πελμα
IDX:
67714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67715
Key:
Data
{'content': 'sole of the foot'}