Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πελιός
πελιότης
πελίωμα
πελίωσις
πέλλα
Πέλλα
πελλαντήρ
πελλᾶς
Πελληνεύς
Πελλήνη
πελλίς
πελλοράφος
πελλός
πέλλυτρα
πέλμα
πελματίζω
πελματόομαι
Πελοπηιάδας
Πελοπηΐς
Πελοπίδης
Πελοποννασιστί
View word page
πελλίς
pelvis
ShortDef
pelvis
Debugging
Headword:
πελλίς
Headword (normalized):
πελλίς
Headword (normalized/stripped):
πελλις
IDX:
67710
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67711
Key:
Data
{'content': 'pelvis'}