Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναφωνητής
ἀναφωνητικῶς
ἀναχάζομαι
ἀναχάζω
ἀναχαιτίζω
ἀναχαίτισις
ἀναχαλασμός
ἀναχαλαστικός
ἀναχαλάω
ἀναχαλκεύω
ἀναχάραγή
ἀναχαράσσω
Ἀνάχαρσις
ἀναχάσκω
ἀναχαυνόω
ἀναχειρίζομαι
ἀναχελύσσομαι
ἀναχέω
ἀναχλαινόω
ἀναχλιαίνω
ἀναχλίζω
View word page
ἀναχάραγή
scraping up
ShortDef
scraping up
Debugging
Headword:
ἀναχάραγή
Headword (normalized):
ἀναχάραγή
Headword (normalized/stripped):
αναχαραγη
IDX:
6768
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6769
Key:
Data
{'content': 'scraping up'}