Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πελαργώδης
πέλας
Πελασγικός
Πελασγιῶται
Πελασγός
πέλασις
πελάτης
πελατικός
πελάτις
πελεθοβάψ
πέλεθος
πέλεια
Πελειάδες
πελειάς
πελειοθρέμμων
πελείους
πελεκάν
πελεκανός
πελεκᾶς
πελεκάω
πελέκημα
View word page
πέλεθος
ordure
ShortDef
ordure
Debugging
Headword:
πέλεθος
Headword (normalized):
πέλεθος
Headword (normalized/stripped):
πελεθος
IDX:
67669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67670
Key:
Data
{'content': 'ordure'}