Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πελαργός
πελαργόχρως
πελαργώδης
πέλας
Πελασγικός
Πελασγιῶται
Πελασγός
πέλασις
πελάτης
πελατικός
πελάτις
πελεθοβάψ
πέλεθος
πέλεια
Πελειάδες
πελειάς
πελειοθρέμμων
πελείους
πελεκάν
πελεκανός
πελεκᾶς
View word page
πελάτις
fem. of πελάτης

ShortDef

fem. of πελάτης

Debugging

Headword:
πελάτις
Headword (normalized):
πελάτις
Headword (normalized/stripped):
πελατις
IDX:
67667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67668
Key:

Data

{'content': 'fem. of πελάτης'}