Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πέλαγος
πελαγόσδε
πελαγόστροφος
πελαγόω
Πελάγων
πελάζω
πελάθω
πελανός
πελαργιδεύς
πελαργικός
πελαργός
πελαργόχρως
πελαργώδης
πέλας
Πελασγικός
Πελασγιῶται
Πελασγός
πέλασις
πελάτης
πελατικός
πελάτις
View word page
πελαργός
the stork

ShortDef

the stork

Debugging

Headword:
πελαργός
Headword (normalized):
πελαργός
Headword (normalized/stripped):
πελαργος
IDX:
67657
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67658
Key:

Data

{'content': 'the stork'}