Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναφωνέω
ἀναφωνή
ἀναφώνημα
ἀναφώνησις
ἀναφωνητής
ἀναφωνητικῶς
ἀναχάζομαι
ἀναχάζω
ἀναχαιτίζω
ἀναχαίτισις
ἀναχαλασμός
ἀναχαλαστικός
ἀναχαλάω
ἀναχαλκεύω
ἀναχάραγή
ἀναχαράσσω
Ἀνάχαρσις
ἀναχάσκω
ἀναχαυνόω
ἀναχειρίζομαι
ἀναχελύσσομαι
View word page
ἀναχαλασμός
relaxation

ShortDef

relaxation

Debugging

Headword:
ἀναχαλασμός
Headword (normalized):
ἀναχαλασμός
Headword (normalized/stripped):
αναχαλασμος
IDX:
6764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6765
Key:

Data

{'content': 'relaxation'}