Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πειστέον
πειστέος
πειστήρ
πειστήριος
πειστικός
Πείσων
πεκούλιον
πεκτέω
πεκτήρ
πέκω
πελαγίζω
πελάγιος
πελαγισμός
πελαγῖτις
πελαγοδρομέω
πελαγοδρόμος
πέλαγος
πελαγόσδε
πελαγόστροφος
πελαγόω
Πελάγων
View word page
πελαγίζω
to form a sea
ShortDef
to form a sea
Debugging
Headword:
πελαγίζω
Headword (normalized):
πελαγίζω
Headword (normalized/stripped):
πελαγιζω
IDX:
67641
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67642
Key:
Data
{'content': 'to form a sea'}