Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεισμάτιον
πεισμάτιος
πεισμονή
πειστέον
πειστέος
πειστήρ
πειστήριος
πειστικός
Πείσων
πεκούλιον
πεκτέω
πεκτήρ
πέκω
πελαγίζω
πελάγιος
πελαγισμός
πελαγῖτις
πελαγοδρομέω
πελαγοδρόμος
πέλαγος
πελαγόσδε
View word page
πεκτέω
to shear, clip

ShortDef

to shear, clip

Debugging

Headword:
πεκτέω
Headword (normalized):
πεκτέω
Headword (normalized/stripped):
πεκτεω
IDX:
67638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67639
Key:

Data

{'content': 'to shear, clip'}