Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πειράω
Πειρήνη
πειρητίζω
Πειρίθοος
πείρινς
πείρω
πεῖσα
Πείσανδρος
Πεισηνορίδης
Πεισήνωρ
Πεισιανάκτειος
Πεισιάναξ
Πεισίας
πεισίβροτος
πεισιθάνατος
πεισίμβροτος
πεῖσις
Πεισιστρατίδης
Πεισίστρατος
πεισιχάλινος
πεῖσμα
View word page
Πεισιανάκτειος
of Peisianax

ShortDef

of Peisianax

Debugging

Headword:
Πεισιανάκτειος
Headword (normalized):
πεισιανάκτειος
Headword (normalized/stripped):
πεισιανακτειος
IDX:
67615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67616
Key:

Data

{'content': 'of Peisianax'}