Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πειθώ
πειθώ
πείθω
πεῖνα
πειναλέος
πεινάω
πεινητικός
πεῖρα
πειρά
πειράζω
Πειραΐδης
Πειραιεύς
Πειραϊκός
πειραϊκός
πειραίνω
Πείραιον
Πείραιος
πεῖραρ
πεῖρας
πείρασις
πειρασμός
View word page
Πειραΐδης
son of Piraeus
ShortDef
son of Piraeus
Debugging
Headword:
Πειραΐδης
Headword (normalized):
πειραΐδης
Headword (normalized/stripped):
πειραιδης
IDX:
67585
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67586
Key:
Data
{'content': 'son of Piraeus'}