Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πειθαρχέω
πειθαρχία
πειθαρχικός
πείθαρχος
πειθήμων
πειθήνιος
πειθοδικαιόσυνος
Πειθώ
πειθώ
πείθω
πεῖνα
πειναλέος
πεινάω
πεινητικός
πεῖρα
πειρά
πειράζω
Πειραΐδης
Πειραιεύς
Πειραϊκός
πειραϊκός
View word page
πεῖνα
hunger, famine
ShortDef
hunger, famine
Debugging
Headword:
πεῖνα
Headword (normalized):
πεῖνα
Headword (normalized/stripped):
πεινα
IDX:
67578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67579
Key:
Data
{'content': 'hunger, famine'}