Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεζομαχέω
πεζομαχία
πεζομάχος
πεζονομικός
πεζονόμος
πεζοπορέω
πεζοπορία
πεζοπόρος
πεζός
πεζότης
πεζοφανής
πεζοφόρος
πεῖ
πεῖ2
Πεῖα
Πειθαγόρας
πειθανάγκη
πειθαναλογία
πειθάνωρ
πειθαρχέω
πειθαρχία
View word page
πεζοφανής
like prose

ShortDef

like prose

Debugging

Headword:
πεζοφανής
Headword (normalized):
πεζοφανής
Headword (normalized/stripped):
πεζοφανης
IDX:
67559
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67560
Key:

Data

{'content': 'like prose'}