Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεζομάχας
πεζομαχέω
πεζομαχία
πεζομάχος
πεζονομικός
πεζονόμος
πεζοπορέω
πεζοπορία
πεζοπόρος
πεζός
πεζότης
πεζοφανής
πεζοφόρος
πεῖ
πεῖ2
Πεῖα
Πειθαγόρας
πειθανάγκη
πειθαναλογία
πειθάνωρ
πειθαρχέω
View word page
πεζότης
being furnished with feet

ShortDef

being furnished with feet

Debugging

Headword:
πεζότης
Headword (normalized):
πεζότης
Headword (normalized/stripped):
πεζοτης
IDX:
67558
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67559
Key:

Data

{'content': 'being furnished with feet'}