Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πεζίδιον
πεζικός
πεζίς
πέζις
πεζοβατέω
πεζοβόας
πεζογραφέω
πεζογραφία
πεζογράφος
πεζοθηρικός
πεζολεκτέω
πεζολέκτης
πεζολογία
πεζολογικῶς
πεζολόγος
πεζομάχας
πεζομαχέω
πεζομαχία
πεζομάχος
πεζονομικός
πεζονόμος
View word page
πεζολεκτέω
write prose

ShortDef

write prose

Debugging

Headword:
πεζολεκτέω
Headword (normalized):
πεζολεκτέω
Headword (normalized/stripped):
πεζολεκτεω
IDX:
67543
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-67544
Key:

Data

{'content': 'write prose'}